Πονάει λίγο, αλλά θα το θίξουμε. Η μοναξιά στις μέρες μας αποτελεί μάστιγα και δεν είναι κλισέ αυτό. Μεγάλο ποσοστό ανδρών και γυναικών των μικρότερων ηλικιών (κυρίως, αλλά όχι μόνο) της ενήλικης ζωής ζει μεγάλα διαστήματα χωρίς σύντροφο και συχνά χωρίς καν “παιχνίδι”. Συχνά, αυτή η στάση προβάλλεται με περηφάνια ως συνειδητή επιλογή. Γιατί, όμως, εμένα κάτι μου λέει ότι το μάτι εκείνη τη στιγμή είναι λίγο θολό και υγρό κι ότι το καμάρι αυτής της επιλογής είναι ακόμα ένα χρυσωμένο χάπι σε μια ζωή που συστηματικά απέχει από την τελείωση;..
Ας το πάρουμε από την αρχή. Ο άνθρωπος είναι ζώον κοινωνικόν. Οι κοινωνικές και συναισθηματικές του ανάγκες είναι πάγιες και διαρκείς. Αν εξαιρεθούν περίοδοι έντονου άγχους, ανεξαρτήτως αιτίας (απώλεια αγαπημένου προσώπου, σοβαρά προβλήματα υγείας, απώλεια εργασίας κ.ά.), η ανάγκη να συντροφεύεται κανείς είναι διαχρονική.
Η σύγχρονη κοινωνία, ωστόσο, έχει επιβάλει ασυναίσθητα στους ανθρώπους δύο αντικίνητρα για τη συντροφικότητα: το ένα είναι ο περιορισμένος ελεύθερος χρόνος, συνεπεία των πολύωρων εργασιακών και άλλων υποχρεώσεων. Το δεύτερο, η αδυναμία να πέσει ο πήχυς των “ελάχιστων standards” που πρέπει να πληροί ο υποψήφιος σύντροφος. Ας τα δούμε πιο αναλυτικά.
Το να δουλεύεις για να ζεις είναι όχι μόνο αναγκαίο, αλλά και αξιοθαύμαστο. Το να προσπαθείς να ανταποκριθείς με επιτυχία στα εργασιακά σου καθήκοντα είναι ηθική στάση. Η εργασία αποτελεί για πολλούς αυταξία, αξία από μόνη της. Πέρα, όμως, από την εργασία, υπάρχει ένα πεδίο δραστηριοτήτων, που επιλέγονται συνειδητά ή ασυνείδητα, από ένα άδηλο άγχος να γεμίσουμε το χρόνο μας. Ένα δεύτερο μεταπτυχιακό, για να εξελιχθούμε παραπάνω στη δουλειά. Μια αθλητική δραστηριότητα, για να παραμένουμε σε φόρμα. Μια τρίτη ξένη γλώσσα, που πάντα θέλαμε να μάθουμε. Ένα τρέντυ χόμπυ, που οργανώνει ο δήμος (πλέξιμο, πεζοπορία, κόσμημα κ.ά.). Μια φίλη φίλης, που χρειάζεται τη συμπαράστασή μας. Και κάπως έτσι, επειδή σχεδόν δεν μας επιτρέπεται να είμαστε αδρανείς, καταλήγουμε σε ένα διαρκές τρέξιμο, για να καταλήξουμε στο τέλος της ημέρας κατάκοποι στο άδειο κρεβάτι, να μην μας παίρνει ο ύπνος από την υπερένταση και να αγχωνόμαστε για το πώς θα ξυπνήσουμε την επομένη να πάμε στη δουλειά.
Είναι φοβερό το πόσο έχει ενοχοποιηθεί το να μην κάνει κανείς τίποτα. Ένας εκρηκτικός συνδυασμός των καταλοίπων μικροαστικού ανταγωνισμού των υστερικών μαμάδων (το δικό σου το παιδί γαλλικά; το δικό μου σουαχίλι!) και των ξέφρενων ρυθμών της καθημερινότητας, όπως συστηματικά την επιβάλλουν οι πολυεθνικές (αύριο στις Κουκουβάουνες το νέο i-phone), έχει οδηγήσει το σύγχρονο άνθρωπο σε μια διαρκή κίνηση, που μοιάζει με αυτήν γάτας που κυνηγάει την ουρά της. Αποθέωση της μοναξιάς αυτών των προτύπων ζωής είναι οι selfies. Παλιά, οι φωτογραφίες απεικόνιζαν πολλούς ανθρώπους μαζί. Σήμερα είναι μόδα να “ανεβάζεις” τα σουφρωμένα δήθεν σέξυ χείλη και τα πόδια σου.
Υποστηρίζω ότι μεγάλο μέρος των “υποχρεώσεων” μας μπορούν και πρέπει να αναθεωρούνται ως ήσσονος προτεραιότητας, στη βάση της λογικής ότι ο χρόνος μας είναι περιορισμένος και άρα πολύτιμος και μια μασχάλη δεν χωράει απεριόριστο αριθμό καρπουζιών.
Και πάμε στη δεύτερη γενεσιουργό αιτία της σύγχρονης μοναξιάς, τον άπιαστο πήχυ. Καλώς ή κακώς, οι νεότερες γενιές μεγαλώσαμε χωρίς ισχυρά διακυβεύματα. Κατά κανόνα, δεν μας έλειψαν βασικά πράγματα, όπως σπίτι, οικογένεια, φαγητό, νερό, μόρφωση, υγεία. Πολύ όψιμα (με την κρίση) έπαψαν σταδιακά ορισμένα από αυτά να είναι αυτονόητα. Για όσους, όμως γεννήθηκαν από το 1970 ως το 1990 (σημερινοί 25άρηδες έως και 45άρηδες), τα βασικά ήταν αυτονόητα. Συνέπεια αυτού ήταν ότι τα “προβλήματα” των ανθρώπων μεταφέρθηκαν στο επίπεδο των δευτερευουσών επιθυμιών. Πάω αγγλικά; Ας πάω και γερμανικά. Έχω ένα φούξια φουστάνι; Ας πάρω και ένα φούξια παλτό. Και ένα πετρόλ παλτό. Και ένα πετρόλ κασκόλ. Ξέρω την πέστο; Ας δοκιμάσω και την αραμπιάτα. Και πάει λέγοντας..
Κάπως έτσι, ασυναίσθητα σχεδόν, έγινε φυσιολογικό να προσδοκάται ένας σύντροφος καθ’ όλα τέλειος. Ο άνδρας; Όμορφος, αλλά όχι αυτάρεσκος. Έξυπνος, αλλά όχι πονηρός. Πιστός, αλλά όχι δεδομένος. Εργατικός, αλλά όχι εργασιομανής. Αυτοδημιούργητος, αλλά και με ελεύθερο χρόνο. Από καλή οικογένεια, αλλά όχι και μαμάκιας. Να ζηλεύει λίγο, αλλά να μην γίνεται και φορτικός. Και άλλες ατέλειωτες ακροβασίες ανάμεσα σε απαιτήσεις, που υπάρχουν, χωρίς να γίνονται πάντοτε παραδεκτές και που είναι στατιστικά ανέφικτο να συγκεραστούν ταυτόχρονα. Ανάλογα standards ισχύουν βέβαια και από τους άνδρες και για τις γυναίκες.
Είναι μαθηματικά βέβαιο ότι όσο πιο ψηλά μπαίνει ο πήχυς τόσο δυσκολότερα μπορεί και να υπερπηδηθεί. Η ένσταση δεν είναι στο αναφαίρετο δικαίωμα να μπει ψηλά ένας πήχυς. Η ένσταση έρχεται όταν ο ανυπέρβλητος αυτός πήχυς γίνεται το πρόσχημα μιας ανικανότητας δημιουργίας των προϋποθέσεων, για να συντροφευτεί κανείς. Προϋποθέσεων, που συνοψίζονται πρώτα στη συμφιλίωση με την απλή αλήθεια ότι ο κόσμος μας δεν είναι τέλειος και μαζί του και οι άνθρωποι και δεύτερα στην αποδοχή της ανάγκης για ελεύθερο χρόνο.
Συμπερασματικά και λαμβάνοντας υπόψη ότι η συντροφικότητα αποτελεί αξεπέραστη ανάγκη των ανθρώπων (υπό φυσιολογικές συνθήκες), το χρύσωμα του χαπιού της “επιλεγμένης” μοναξιάς μπορεί να ξεπεραστεί. Πώς; Μα με λίγη χαλάρωση, σε δύο επίπεδα. Στο πρόγραμμα και στις απαιτήσεις μας. Τόσο απλά.
current_Panos