Το τριήμερο της φετινής Καθαράς Δευτέρας σημαδεύτηκε από ένα τραγικό τροχαίο δυστύχημα στην εθνική οδό Αθηνών – Λαμίας, που είχε ως συνέπεια την ακαριαία απώλεια τεσσάρων ζωών, τριών νέων ανθρώπων και ενός μικρού παιδιού. Τραγικές φιγούρες ο πατέρας που, βγαίνοντας από το αποχωρητήριο του αυτοκινητοδρόμου, δεν είδε τίποτα να έχει απομείνει από την οικογένειά του. Οι επιβάτες της Πόρσε ανάλογο παρανάλωμα πυρός, πέρα από ταξικές μικροψυχίες.
Δυστυχώς φαίνεται ότι στην Ελλάδα μας δεν έχει γίνει κανένα βήμα προς την κατεύθυνση της οδηγικής παιδείας. Το επιβεβαιώνουν τα μακάβρια στατιστικά της ΕΛΑΣ. Το ακόμα εντυπωσιακότερο είναι ότι τα τροχαία συνεχίζουν να συμβαίνουν, παρά το ότι θα μπορούσαν να έχουν μειωθεί από την επίδραση δύο αντικειμενικών παραγόντων: πρώτον, της αύξησης της χρήσης ζώνης ασφαλείας, λόγω ενσωμάτωσης στα αυτοκίνητα εκείνης της ενοχλητικής ειδοποίησης· δεύτερο, της μείωσης της μέσης ταχύτητας, λόγω ανόδου της τιμής των καυσίμων.
Μη μου τους κύκλους (του στροφόμετρου) τάραττε οι συνέλληνες. Εξακολουθούν να καταγράφονται εντυπωσιακά σταθερές συμπεριφορές στους ελληνικούς δρόμους: υπερβολική ταχύτητα, μη χρήση ζώνης ασφαλείας και κράνους, παιδιά στο μπροστινό κάθισμα στην αγκαλιά της μαμάς, συνωστισμός αυτοκινήτων στην αριστερή λωρίδα κατά τις ώρες αιχμής (με αποτέλεσμα η δεξιά λωρίδα να γίνεται η ταχύτερη!), μη τήρηση αποστάσεων ασφαλείας, προσπεράσεις από δεξιά, ασυντήρητα και ανασφάλιστα αυτοκίνητα, οδηγοί χωρίς διπλώματα (ιδίως έφηβοι στην επαρχία), υπερήλικες με μειωμένα αντανακλαστικά μακαρίως οδηγούντες μετά τα 80, κράνος παραμάσχαλα για να μην χαλάσουμε την κουπ, παραβίαση του ερυθρού σηματοδότη ως ..βαθέος πορτοκαλί και ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό.
Γιατί φαντάζει τόσο δύσκολο το να μπορεί κανείς να μάθει από τα λάθη των άλλων; Πρέπει το ατύχημα να χτυπήσει την πόρτα της δικής μας οικογένειας, για να «φυλαχτούμε»; Πόσο ακριβώς απολαυστική είναι η οδήγηση με ένα πανάκριβο αυτοκίνητο στους κακοσυντηρημένους ελληνικούς δρόμους; Αν εξαιρεθούν η Αττική οδός, η Εγνατία οδός και τμήματα της ΠΑΘΕ, το υπόλοιπο δίκτυο δεν «σηκώνει» ταχύτητες πέραν των 100 χμ/ώρα. Δημιουργεί μια αίσθηση λούνα παρκ, κάτι μεταξύ συγκρουόμενων και μπαλαρίνας..
Εκεί που σκοντάφτει η απόκτηση οδηγικής παιδείας δεν είναι –όπως θεσμολαγνικά θα βόλευε κάποιους- κυρίως θέμα του Κράτους, που δεν βάζει ανάλογα μαθήματα και σεμινάρια στα σχολεία, που δεν αυξάνει τα πρόστιμα του ΚΟΚ (τα οποία θα μείνουν ανείσπρακτα, πλην «βεβαιωμένα»), που δεν έχει έναν τροχονόμο ανά χιλιόμετρο και που δεν φέρνει το μετρό έξω από το σπίτι μας.
Ας μην λαϊκίζουμε, η μείζων αιτία του κακού έχει ονοματεπώνυμο: είναι η βαθιά ριζωμένη νοοτροπία μας ως κοινωνίας, που κατατρύχεται ακόμα από τη μαγκιά, τη φιγούρα, το «πουλ-μουρ». Αν νομίζετε ότι οι κόντρες στην παραλιακή αφορούν τις φθηνές βιντεοκασέτες των δασύτριχων πρωταγωνιστών των 80s, αυταπατάστε.. Ζουν ανάμεσά μας τα καλόπαιδα που κάνουν κόντρες από αθεράπευτη ανία. Ο μικροαστισμός, παιδική ασθένεια της ελληνικής κοινωνίας από την εποχή που το να έρθει η νύφη στο χωριό με την «κούρσα» του γαμπρού αποτελούσε θέμα ημερησίας διατάξεως για τουλάχιστον δέκα εσπερινούς, παραμένει μέχρι και σήμερα, στην εποχή του smartphone, η αιτία των τροχαίων ατυχημάτων. Αυτό το τελευταίο αποτελεί παράγοντα κινδύνου σε άνοδο, μιας και η μακαρίως εφήμερη καθημερινότητα των nomophobics δεν επιτρέπει να περιμένεις να σε πιάσει φανάρι, για να ανεβάσεις στο Instagram την τελευταία selfie.
Παραμένει ένδειξη ανδρισμού στα χωριά το να οδηγείς το μηχανάκι με την πειραγμένη εξάτμιση χωρίς δίπλωμα (καμαρώνει συνήθως ο πατέρας). Το μπαξίσι για το δίπλωμα στον υπάλληλο του Υπουργείου Μεταφορών συνήθως κανονίζεται αυτόματα από τη Σχολή Οδηγών. Το σβήσιμο κλήσεων και η επανάκτηση κατασχεμένων πινακίδων αποτελεί το πιο συνηθισμένο ρουσφέτι από τον τάδε υπουργό μέχρι τη δείνα διαμερισματική σύμβουλο Άνω Καλλικρατικής Ταλαιπωρίας. Κι αν μας σταματήσει το Όργανο της Τάξης (αυτό που καταγγέλλουμε ότι δεν υπάρχει ως Κράτος, αρκεί να μην ελέγχει εμάς), «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;».
Μολονότι μοιραία οι διαπιστώσεις μου δεν αφορούν όλους τους συμπατριώτες μας, θα συνδέσω τα προλεγόμενα με μια πρόσφατη διαπίστωση στην αγορά: αυξήθηκαν κατά πολύ οι ταξινομήσεις νέων αυτοκινήτων (άνω του 70%) από τον Ιανουάριο του 2016 ως τον Ιανουάριο του 2017, από φόβο απώλειας καταθέσεων (στη λογική «τα τρώω και μόνος μου»). Δείχνει μια νοοτροπία αυτό. Το αυτοκίνητο παραμένει δείκτης κοινωνικού status. Ο μακαρίτης ο Γιάννης Δαλιανίδης, που σατύρισε τον ελληνικό μικροαστισμό όσο κανένας, κυκλοφορούσε με 800ράκι.. Μεγαλείο.
Από συστάσεως ελληνικού κράτους, έλειψε η αμιγής, ανόθευτη αστική τάξη. Αυτή που κυκλοφορεί με χαμηλό προφίλ, για να μην προκαλεί. Αντίθετα, περίσσεψε η γιαλαντζί αστική τάξη, των πειραγμένων ακριβών θορυβωδών αυτοκινήτων «γκομενοπαγίδες». Η μεταπρατική, δυτικοπιθηκίζουσα, θλιβερά κομπλεξική στο διαρκές άγχος της επιδείξεώς της. Η μαντάμ Σουσού του Ψαθά δεν είναι μόνο αξεπέραστα κωμική. Είναι και τραγικά επίκαιρη. Διότι η επιδειξιομανία μας αποτελεί την αιτία των τροχαίων ατυχημάτων, αμοιβαία με φαινόμενα, όπως το να εξαντλείται το νέο smartphone από τις συντάξεις των μπαμπάδων.
Η παρέμβαση του Κράτους στο χώρο της Παιδείας είναι ένα μικρό ποσοστό της λύσης. Ως τότε, θα συμφωνήσω με τον Ιαβέρη, το γνωστό οδηγό αγώνων και διαπύρσιο κήρυκα της οδηγικής παιδείας, ότι μόνο κατασταλτικά μπορεί να αντιμετωπιστεί η γενοκτονία των ελληνικών δρόμων. Εφόσον πολλοί Έλληνες/Ελληνίδες δεν υπολογίζουν τη ζωή τους, ας θιγεί αυτό που μάλλον υπολογίζουν περισσότερο: το πορτοφόλι τους. Με αυστηρότερα πρόστιμα και άμεση είσπραξή τους.
Κλείνοντας, η δύναμη του παραδείγματος: όταν ο μπαμπάς προσπερνά το συνετό οδηγό από δεξιά στολίζοντάς τον με γνωστά κοσμητικά επίθετα, τι περιμένουμε από το παιδί αυτό στα 15; Να μην πάρει μηχανάκι χωρίς δίπλωμα; Και στα 25; Να μην τρέχει με 200 χμ/ώρα; Δεν χρειάζεστε να μας θερίσει το δρεπάνι του Μολώχ. Κάλλιον προλαμβάνειν.
current_Panos