Οι εποχή των εορτών, είναι αναμφίβολα η πιο όμορφη και λαμπερή ολόκληρης της χρονιάς! Και ενώ υπάρχει η πεποίθηση ότι «τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά…» στην πραγματικότητα ακόμη και τα «μεγαλύτερα» παιδιά τα απολαμβάνουμε και αποζητάμε τη μαγεία κι ας λέμε, συχνά, ότι απλώς ότι είναι μια καλή ευκαιρία για ξεκούραση και καλό φαγητό.

 

Τα Χριστούγεννα των 80s.

Τα Χριστούγεννα στην νεότερη Ελλάδα πέρασαν αρκετές διακυμάνσεις σε σχέση με τον τρόπο που τα βιώναμε. Έτσι, τη δεκαετία του 80 τα χριστουγεννιάτικα έθιμα καλά κρατούσαν τόσο στην Αθήνα όσο και στην επαρχία, με τις νοικοκυρές να καλομαγειρεύουν τα παραδοσιακά φαγητά και εδέσματα για το γιορτινό τραπέζι, που μάζευε άπαντες γύρω του στοργικά. Και άπαντες λέγοντας, δεν εννοούμε την ευρύτερη οικογένεια, ανθρώπους δηλαδή 3 γενεών. Ειδικά στην ελληνική επαρχία, όλα τα σπίτια ήταν ανοιχτά σε επισκέψεις φίλων και γνωστών και σε όλα τα τραπέζια υπήρχε πάντα μια θέση για ανθρώπους μόνους ή οικονομικά ασθενέστερους, για το γείτονα, το μακρινό φίλο ή ακόμη και τον περαστικό που βρέθηκε στα μέρη μας. Όχι ότι έρρεε άφθονος ο πλούτος και το καλό φαγητό. Σε καμία περίπτωση δε συνέβαινε αυτό. Υπήρχε θέση στο τραπέζι μας, γιατί πρωτίστως υπήρχε μια θέση στην καρδιά μας. Κι όταν η καλοσύνη, η ανθρωπιά και η αγάπη ρέουν άφθονες, όλα τ’ άλλα, με ένα μαγικό τρόπο βρίσκονται!

Θα θυμάστε, βέβαια, πως εκείνα τα χρόνια, τα παιδιά έτρεχαν ακόμη ανέμελα στους δρόμους την παραμονή Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς,  με το τριγωνάκι και τις φυσαρμόνικες ανά χείρας, για να πουν τα κάλαντα και να καρπωθούν χαρτζιλίκι και γλυκύσματα. Και ύστερα – αν ζούσαν στην Αθήνα – μια βόλτα με τον παππού από το θρυλικό τότε Μινιόν στην Ομόνοια, για να βγάλουν φωτογραφία – στιγμής με την επίσης θρυλική Polaroid- με τον Άγιο Βασίλη και τη Μέρυ Πόπινς, που τα διαβεβαίωνε πως θα τους χαρίσει ονειρεμένα δώρα την Πρωτοχρονιά. Και έτσι δηλαδή, έκλεινε το dial με τον Άγιο, αφού προηγουμένως είχε προηγηθεί γράμμα σε εκείνον, που με ευλάβεια περισσή είχε σταλεί με το ταχυδρομείο, σε κάποια άγνωστη κατά τα άλλα διεύθυνση!

Τα πατροπαράδοτα ελληνικά έθιμα λάμβαναν χώρα- κυρίως στην επαρχία- το ένα πίσω από το άλλο, όχι για να μας εντυπωσιάσουν τόσο, όσο για να μας «βάλουν» στο θρησκευτικό κυρίως κλίμα. Σαφέστατα τότε, οι γιορτές δεν είχαν τόσο σασπένς όσο μεταγενέστερα, αφού η πιο θορυβώδης στιγμή τους ήταν τα χαράματα της πρωτοχρονιάς, όπου ήταν η μοναδική μέρα του έτους, που τα παιδιά σηκώνονταν από το κρεβάτι με ενθουσιασμό –ούτε για αστείο δεν σηκώνεται έτσι πιτσιρίκι σε ημέρα σχολείου- για να δουν αν ο Αη Βασίλης άφησε δώρα κάτω από το δέντρο. Για τους δε μεγαλύτερους, η παρουσία του δώρου, εκτός από την ανείπωτη χαρά που προσέφερε, αποτελούσε και ενδόμυχη επιβεβαίωση αποδοχής και αγάπης, που ουδεμία σχέση είχε με των αριθμό των σημερινών likes και share, στη φεϊσμπουκική φώτο που βγάλαμε με τον κουραμπιέ στο χέρι! Αναμφίβολα η εποχή της αφέλειας και του ρομαντισμού! Ουδείς μας ποτέ αναρωτήθηκε από πού μπήκε ο Αη Βασίλης, αφού το σπίτι δεν είχε καμινάδα ή αν είχε πως είναι δυνατόν να χωρέσει και αν χώρεσε, πως πρόλαβε να μοιράσει όλα αυτά τα δώρα μέσα σε μια νύχτα! Και δεν αναρωτήθηκε, γιατί δεν είχε και καμιά σημασία τελικά ούτε για τους μικρούς ούτε για τους μεγάλους! Και όσοι από εμάς ήταν αρκετά μεγάλοι για να θυμούνται, θα συμφωνήσουν, ότι το μυστικό των Χριστουγέννων των 80s, δεν κρυβόταν στην πολυτέλεια και τα λεφτά! Γιατί και τότε πολλά λεφτά δεν υπήρχαν στην Ελλάδα αλλά  μαζί με αυτά, δεν υπήρχαν και τα συμπαρομαρτούντα: παγκοσμιοποίηση, υπερκαταναλωτισμός και κενότητα. Το μυστικό των Χριστουγέννων τότε, ήταν απλό και σπουδαίο μαζί και περιγράφεται από τρεις μόνο λέξεις: αγάπη, απλότητα και θαλπωρή!

 

Τα Χριστούγεννα των 90s

Τα Χριστούγεννα των 90s ήταν «λίγο από 80s» αλλά και λίγο «αλλιώς»! Χρήματα είχαν μπει στην Ελλάδα, ήμασταν και λίγο πιο μοντέρνοι, μάθαμε και το Χρηματιστήριο. Παραμέναμε μεν παραδοσιακοί Έλληνες, αλλά με ένα εσανς Ευρωπαίου! Η λιτή και περίτεχνη διακόσμηση των σπιτιών μας αλλά και των πόλεων, άρχισε σταδιακά να αντικαθίσταται από την απαστράπτουσα επέλαση στολιδιών! Ατελείωτα φωτάκια στους δρόμους και στα σπίτια μας, με χαρακτηριστικότερο το τεράστιο χριστουγεννιάτικο δέντρο «του Αβραμόπουλου», που τότε ήταν Δήμαρχος Αθηναίων και είχε ανακηρυχτεί το φωτεινότερο και μεγαλύτερο της Ευρώπης όλης! Όμως, ακόμη και έτσι, οι μνήμες των 80s και πριν, βαστούσαν πολύ καλά ακόμη στις καρδιές μας και έτσι, τα παιδιά έλεγαν ακόμη τα κάλαντα, αλλά ήθελαν πιο γενναίο χαρτζιλίκι για τον κόπο τους και τους κακοφαίνονταν τα μελομακάρονα και οι κουραμπιέδες για μπουναμάς, αφού στο σπίτι η μαμά είχε αγοράσει – και πιθανότατα  όχι φτιάξει, καθότι βαριά εργαζόμενη- ένα σωρό γλυκά από το φούρνο. Ο Αη Βασίλης υπήρχε ακόμη, αλλά ήταν πιο «καλτ» γιατί έπρεπε να φέρει ακριβά και λιγότερο χρηστικά δώρα, πιο πολλά παιχνίδια και λιγότερα «αναγκαία» ρούχα, παπούτσια και βιβλία. Οι δε «μεγάλοι», εύρισκαν την αφορμή να αγοράσουν και αυτό το «καινούργιο» επίτευγμα της τεχνολογίας, το κινητό το τηλέφωνο (μεγέθους φρατζόλας – ασπρόμαυρο τότε), όχι γιατί ήταν απαραίτητο φυσικά, αλλά ως μέσο εξαργύρωσης περισσευούμενων χρημάτων, κάτι λίγο, μεταξύ περιέργειας και ελαφριάς (έως βαρέας) επιδειξιομανίας!

Τα Χριστούγεννα των 90s, ήταν σίγουρα πιο «παλ», αλλά δεν είχαν χάσει ακόμη το παραδοσιακό τους χρώμα. Και «παλ» λέγοντας, εννοώ πως η οικογένεια μαζευόταν στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι, που δεν ήταν πια και τόσο ανοιχτό για όλον τον κόσμο, παρότι είχε πιο πολλά και πιο εκλεπτυσμένα εδέσματα. Η συνάθροιση όμως ήταν για πολύ λίγο, μέχρι επακριβώς το επιδόρπιο και τούτο γιατί η ψυχολογία των παρευρισκομένων ενείχε και έναν σχετικό ψυχαναγκασμό τύπου «Χριστούγεννα είναι – χρονιάρα μέρα» ας φάμε όλοι μαζί, με τη σαφή πρόθεση, ωστόσο, καθείς να ακολουθήσει ξεχωριστό πρόγραμμα εξόδου με φίλους μετά από αυτό. Τα βραδινά πάρτι- βεγγέρες και happenings είχαν αρχίσει να εισβάλλουν στην κουλτούρα μας και όχι πάντα για φιλανθρωπικό σκοπό! Χαρακτηριστικότερο όλων το μεγάλο πάρτυ αλλαγής του χρόνου στην πλατεία Συντάγματος ή την πλατεία Κοντζιά. Το «Ωσαννά εν τοις Υψίστοις» που μελωδικά λεγόταν ακόμη στη Χριστουγεννιάτικη σχολική γιορτή, ήταν και λίγο άντε να τελειώνουμε να πάμε στα μαγαζιά με τη νονά για δώρα ή για καφέ με τους φίλους και για γρήγορο φαγητό. Και τότε υπήρχε ακόμη και αγάπη και θαλπωρή, διατυπωμένη λίγο μοντέρνα ωστόσο. Ρομαντισμός πάλι όχι. Αυτός είχε αρχίσει να εκπνέει για τα καλά.

 

Millennium X-mas!

Κι ύστερα… μας συνέβη Millennium! Και ο Άγιος Βασίλης έγινε στολισμένο 6όροφο πολυκατάστημα, γεμάτο με ο,τι μπορείς να φανταστείς! Και εμείς πεπεισμένοι ότι χρειαζόμασταν απαραιτήτως όλοι- τα πάντα, αγοράζαμε με πλαστικό χρήμα ο,τι μπορεί να χωρέσει ο ανθρώπινος νους και σουρεαλιστικά να το ονοματίσει «αναγκαίο». Τα παιδιά έπαιρναν τόσα πολλά δώρα και έτρωγαν τόσα πολλά γλυκά, που δεν είχαν και πολύ ανάγκη τον Άγιο Βασίλη και δεν πολύ έλεγαν και τα κάλαντα, μιας και η μαμά είχε γίνει και λίγο φοβική για να τα αφήνει όλη μέρα να κάνουν βόλτες στο δρόμο, ειδικά στις μεγάλες πόλεις με τόσα αυτοκίνητα, τόση φρενίτιδα και όχι μόνο! Το γιορτινό μας τραπέζι γέμιζε και με ξενόφερτα και με περίεργα θερμιδούχα  εδέσματα, όταν βέβαια βρίσκαμε το χρόνο να μαζευτούμε όλοι μαζί σαν οικογένεια γύρω του. Γιατί συνήθως ήμασταν και ψυχικά και κυρίως σωματικά αλλού. Βόλτες με πολυτελή αμάξια, συνήθως αγορασμένα με δανεικά και εκδρομές στο Λονδίνο, το Παρίσι και τη Βιέννη, επίσης συνηθέστατα, με διακοποδάνεια! Σε ρυθμούς ανάπτυξης Ολυμπιακών αγώνων η Ελλάδα και με τη δραχμή να έχει παραδώσει τα σκήπτρα στο ευρώ, ήμασταν πια ευρωπαίοι με τη βούλα και πολύ μας άρεσε και ο τίτλος και η πολυτέλεια και η κουλτούρα μας! Και ταυτόχρονα, έντονοι οι ρυθμοί, πολλά τα φώτα να κινούνται αστραπιαία σα φωτορυθμικά, αχαλίνωτη πολυτέλεια, τεχνολογία, υπερκαταναλωτισμός και κενότητα σε πρώτο πλάνο με την ουσία των γιορτών, να πηγαίνει περίπατο. Και όλα αυτά μέχρι το 2008, όπου ο μέσος νεοέλληνας άρχισε να ακούει για πρώτη – ίσως- φορά λέξεις και φράσεις όπως, οικονομική κρίση, διεθνείς αγορές, goldmann sachs, μνημόνια, ενφια, ανεργία… όπου και αρχίσαμε να στερούμαστε την περισσή πολυτέλεια και βόλεψη των προηγούμενων χρόνων και μάλιστα, η προσαρμογή μας ήταν και εξαιρετικά απότομη και σοκαριστική!

Αλλά όχι… δε θα μπω στη διαδικασία να περιγράψω το τι βιώνει η χώρα 7 χρόνια τώρα! Όχι τουλάχιστον σε αυτό το άρθρο και τούτο γιατί, γιατί μόλις διαπίστωσα ότι ο ονειρικός χαρακτήρας του άρθρου μου (με μια εσανς νοσταλγίας αν θέλετε από το παρελθόν) ευθύς εστάλη στα εξ’ ων συνετέθη, μόλις άρχισα να γράφω για το Millennium και εμένα η πρόθεση μου ήταν να σας ταξιδέψω Χριστουγεννιάτικα, ως γνήσιος beauty guard traveler που είμαι! Έτσι μόλις έστειλα viber στον πλέον ορθολογιστή των beauty guards, τον current_Panos, να αναλάβει δράση! Είναι ο μόνος ίσως –οικονομολόγος γαρ- που μπορεί να διαχειριστεί με χιούμορ αλλά και να μιλήσει για την ουσία, σ’ ένα άρθρο με θέμα «Χριστούγεννα και κρίση, εν έτει 2015» χωρίς να διασπείρει απανταχού τη θλίψη. Έτσι, θα σας πάω και πάλι πίσω, πολύ πίσω αυτή τη φορά για να σας μιλήσω για κάτι άλλο, όμορφο, χριστουγεννιάτικο και πατροπαράδοτα ελληνικό! Θα σας πω, λοιπόν, για τα ελληνικά μας έθιμα, από πού «κρατά η σκούφια τους» και πως διασώθηκαν με τα χρόνια…

 

Καραβάκι ή δέντρο;

Ο ελληνικός χριστουγεννιάτικος στολισμός, μιλάει για καραβάκι με κατάρτια σαν ιστιοφόρο στις νησιωτικές περιοχές και για δέντρο στις ηπειρωτικές. Και τα δυο αυτά έθιμα, έχουν τις ρίζες τους στην αρχαία Ελλάδα. Σύμφωνα, λοιπόν, με τις πηγές που έχουν διασωθεί, το καραβάκι, στολιζόταν στην αρχαιότητα προς τιμήν του Θεού Διονύσου και συμβόλιζε τον ερχομό του, ενώ ο στολισμός του δέντρου, συνδέεται με την λατρεία της Ρέας, που ήταν η θεά της άγριας φύσης και των δημιουργικών δυνάμεων της γης.

Στην χριστιανική θρησκεία, μόλις τον 4ο αιώνα καθιερώθηκε η 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα εορτασμού της γέννησης του Χριστού και η πρώτη φορά που στολίστηκε το χριστουγεννιάτικο δέντρο (και μάλιστα έλατο) ήταν τον 8ο αιώνα. Στη  Ελλάδα, το Χριστουγεννιάτικο δέντρο έκανε την επανεμφάνιση του μόλις το 1833, επί Όθωνος δηλαδή, όμως επειδή θεωρήθηκε γερμανικό έθιμο, οι Έλληνες το απέρριψαν ως ξενόφερτο και συνέχισαν να στολίζουν τα καραβάκια τους. Ναυτική και καταγάλανη η πατρίδας μας, για πολλούς αιώνες απαιτούσε τον στολισμό αποκλειστικά και μόνο του καραβιού κατά τη διάρκεια των γιορτών και από μια χρονική περίοδο και μετά, ο στολισμός αυτός είχε ταυτιστεί απόλυτα και με το καλωσόρισμα των ναυτικών στο σπίτι τους, μετά από ταξίδι. Στις μέρες μας, βέβαια, το στολισμένο έλατο έχει την πρωτοκαθεδρία στα περισσότερα μέρη της Ελλάδας, με ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως αυτή της Χίου. Η Χίος, εξακολουθεί να αποδίδει φόρο τιμής στους ναυτικούς της ακόμη και σήμερα, κρατώντας ζωντανή τη λαϊκή μας παράδοση. Έτσι κάθε χρόνο, την πρωτοχρονιά αναβιώνει το έθιμο των καραβιών, όπου κατασκευάζονται διάφορες απομιμήσεις πλοίων, που το μέγεθός τους μπορεί και να φτάνει τα 5,5 μέτρα. Τα πλοία αυτά, συμμετέχουν σε μια γιορτή, όπου βραβεύεται από τους μετέχοντες  το καλύτερο πλοίο για τη χρονιά που έρχεται.

Από την άλλη πλευρά, στις περιοχές της Ελλάδας που δεν βλέπουν τη θάλασσα και ειδικότερα, σε κάποια από τα χωριά της βορείου Ελλάδος, εκτός από το δέντρο, ακόμη και σήμερα έχουμε το λεγόμενο Χριστόξυλο, που δεν σχετίζεται τόσο το στολισμό αλλά με τη ζεστασιά του σπιτιού. Έτσι κάθε Χριστούγεννα, οι άντρες του σπιτιού, κόβουν από το δάσος ή το χωράφι τους ένα πολύ μεγάλο κούτσουρο, συνήθως από ελιά ή πεύκο και το προσφέρουν στη νοικοκυρά, για να μπει στο τζάκι και να ζεστάνει το σπιτικό. Το κούτσουρο πρέπει να είναι τόσο μεγάλο, ώστε να καίγεται όλες τις μέρες των γιορτών, σύμφωνα με το έθιμο.

Τέλος, άλλο ένα έθιμο στολισμού στις γιορτές είναι και το χριστουγεννιάτικο στεφάνι. Πρόκειται για ένα στεφάνι από γκι, κουκουνάρια και κόκκινους φιόγκους, που κοσμεί συνήθως τις πόρτες των σπιτιών. Το σχήμα του είναι κυκλικό για να συμβολίζει την αιωνιότητα, ενώ πιστεύεται πως το στεφάνι αυτό φέρνει γονιμότητα και ευημερία. Πολλές φορές το στεφάνι αυτό έχει επάνω του και κεριά, κατάλοιπο από την αρχαιότητα που συμβολίζει τον ήλιο στο χειμερινό ηλιοστάσιο, ενώ τα γκι, οι κόκκινες κορδέλες και οι καρποί συμβολίζουν το θέρος.

 

Να τα πούμε;

Τρίγωνα και κάλαντα λοιπόν, απανταχού στην Ελλάδα να λέγονται από τα παιδάκια την παραμονή των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων, είναι δε,  διαφορετικά τα λόγια τους σε κάθε γιορτή. Η τελετουργία στα κάλαντα είναι γνωστή στους απανταχού έλληνες, διότι όλοι ανεξαιρέτως «τα είπαμε» στην παιδική μας ηλικία. Έτσι κάθε χρόνο τέτοιες μέρες, οι πιτσιρικοπαρέες κατακλύζουν τους δρόμους με το χαρακτηριστικό τριγωνάκι ή πολλές φορές και με φυσαρμόνικες χτυπούν τις πόρτες των σπιτιών μας και ρωτούν «να τα πούμε»; Αν ο σπιτονοικοκύρης έχει κέφια, τότε αφήνει τα παιδάκια να τραγουδήσουν και τους δίνει χαρτζιλίκι, ενώ η σπιτονοικοκυρά τα κερνάει κουραμπιέδες, μελομακάρονα, σοκολάτες και δίπλες με μέλι και καρύδια! Όμορφες εικόνες με όμορφες παιδικές φατσούλες και φωνές… χριστουγεννιάτικες και αγαπησιάρικες!

Η λέξη κάλαντα, ετυμολογικά προέρχεται όμως από την λατινική λέξη “calenda” που σημαίνει αρχή του μήνα. Το έθιμο όμως αυτό, προέρχεται από την αρχαία Ελλάδα, όπου και ονομαζόταν ειρεσιώνη και η διαδικασία του ήταν παρόμοια με τη σημερινή. Σύμφωνα με αρχαία κείμενα που έχουν διασωθεί, τα παιδιά κρατούσαν στα χέρια τους  ομοίωμα καραβιού, το οποίο παρίστανε τον ερχομό του θεού Διονύσου ή εναλλακτικά κλαδιά ελιάς ή δάφνης, στολισμένα με κόκκινες και άσπρες κλωστές. Πάνω στις πολύχρωμες κλωστές έδεναν με ειδικό κόμπο τα δώρα των σπιτονοικοκύρηδων.

Στο τέλος του άρθρου αυτού, θα σας δώσω παράρτημα με τα λόγια από τα κάλαντα (μια εκδοχή αυτών για την ακρίβεια, γιατί υπάρχουν αρκετές ανά την Ελλάδα) για να μπαίνουμε στο Χριστουγεννιάτικο κλίμα και γιατί παρόλο που όλοι μας «τα έχουμε πει», μάλλον κανείς μας δεν τα γνωρίζει ολόκληρα!

 

H φάτνη, το αστέρι της Βηθλεέμ και οι τρείς μάγοι με τα δώρα.

Η φάτνη  και το αστέρι της Βηθλεέμ είναι δυο στοιχεία παράδοσης, όχι μόνον ελληνικής, άρρηκτα συνδεδεμένα με το Χριστουγεννιάτικο πνεύμα, αφού απαντώνται σε όλες ανεξαιρέτως τις ιστορίες που σχετίζονται με τη γέννηση του Χριστού. Έτσι και στην Ελλάδα αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του στολισμού και του εορτασμού των Χριστουγέννων.

Σύμφωνα, λοιπόν, με το κατά Λουκά Ευαγγέλιο των χριστιανών, η φάτνη ήταν ο στάβλος μέσα στον οποίο γεννήθηκε ο Ιησού Χριστός. Σε ανάμνηση λοιπόν αυτής της φάτνης, πάρα πολύ συχνά στις πλατείες των πόλεων και των χωριών της Ελλάδας, μαζί με το στολισμένο έλατο, θα δει κανείς και όμορφες φάτνες, που αποτελούν την αναπαράσταση της φάτνης της Βηθλεέμ.  Οι φάτνες αυτές είναι πολύ χαρακτηριστικές και περιλαμβάνουν το ομοίωμα του Ιησού Χριστού ως βρέφος, την Παναγία και τον Ιωσήφ, τους τρείς μάγους με τα δώρα, μικρά προβατάκια, μπόλικο άχυρο και πολύ φαντασία στο σχεδιασμό και το στολισμό τους. Κατ’ αναλογία, στα σπίτια, συνηθίζουμε να τοποθετούμε πολύ μικρές φάτνες μινιατούρες κάτω από το στολισμένο έλατο.

Το αστέρι της Βηθλεέμ, που η παράδοση μας το θέλει υπέρλαμπρο, είναι ο οδηγός που φώτισε το δρόμο και βοήθησε τους τρεις μάγους στο να εντοπίσουν του Ιησού που μόλις είχε γεννηθεί για να τον προσκυνήσουν ως νέο βασιλιά των Ιουδαίων,  να του αποδώσουν τιμές Θεού και να του προσφέρουν «τα δώρα».

Οι μάγοι ήταν οι σοφοί επιστήμονες της εποχής, που ενασχολούνταν με τις φυσικές επιστήμες, την ιατρική αλλά και με απόκρυφες γνώσεις όπως η μαντεία και η ερμηνεία διαφόρων φαινομένων. Γενικότερα οι μάγοι, ήταν πολύ σημαντικά πρόσωπα, αφού κατείχαν θέση βασιλικών συμβούλων, που λάμβαναν μέρος ακόμη και στις πολεμικές εκστρατείες. Δεν γνωρίζουμε πάρα πολλές λεπτομέρειες για τους τρείς μάγους που σχετίζονται με τη γέννηση του Χριστού, όμως η πληροφορία του Ευαγγελιστή Λουκά, ότι έφτασαν από την ανατολή, οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι μάλλον προέρχονταν από την Περσία, καθώς ανατολικά της Παλαιστίνης δεν υπήρχε καμιά άλλη χώρα με παράδοση στους μάγους, με την θετική σημασία που αποδίδεται στον χαρακτηρισμό.

Συμφώνα δε, με τους μύθους των Συρίων, που ωστόσο δεν επιβεβαιώνονται από τη χριστιανική παράδοση, οι μάγοι που προσκύνησαν τον Ιησού ήταν τρείς στον αριθμό και τα ονόματα τους ήταν Μελχιώρ, Βαλτάσαρ και Γκασπάρ. Καθένας τους, χάρισε από ένα δώρο στο Θειο βρέφος με ειδικό συμβολισμό. Ο μάγος Μελχιώρ, προσέφερε χρυσάφι, που συμβόλιζε ότι το βρέφος που μόλις γεννήθηκε ήταν πραγματικός βασιλιάς. Ο μάγος Γκασπάρ, προσέφερε λιβάνι για να πει, ότι δεν επρόκειτο απλά για ένα βασιλιά, αλλά για τον ίδιο το Θεό. Ως γνωστόν στο λιβάνι, αποδιδόταν ιερότητα, από αρχαιοτάτων χρόνων, σε πολλές θρησκείες και πολιτισμούς στον κόσμο. Ο τρίτος μάγος, ο Βαλτάσαρ, προσέφερε μύρο, το οποίο και συμβόλιζε τον πολύ πρόωρο θάνατο του βρέφους, μιας και η επάλειψη του σώματος των νεκρών με μύρο ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της τελετής της ταφής τους. Το αντάλλαγμα για τα δώρα που προσέφεραν οι τρείς μάγοι, ήταν ένα κομμάτι από τα σπάργανα του βρέφους, ως απόδειξη ότι γεννήθηκε και προσκυνήθηκε με τιμές, για όσους δεν θα τους πίστευαν.

 

Παραδοσιακά Χριστουγεννιάτικα γλυκά.

Αν και δε χρειάζονται πολλές συστάσεις, τα πατροπαράδοτα ελληνικά χριστουγεννιάτικα γλυκά είναι μακράν τα πιο απολαυστικά αλλά και υγιεινά που μπορεί κανείς να γευτεί.  Ας τα δούμε επιγραμματικά:

Το Χριστόψωμο φτιάχνεται την παραμονή των Χριστουγέννων, με ιδιαίτερη ευλάβεια αλλά και ειδική μαγιά αναμεμιγμένη συνήθως με φύλλα βασιλικού.  Πρόκειται για ένα μυρωδάτο ψωμί, που συνοδεύει το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, όπου ο σπιτονοικοκύρης το κόβει και το μοιράζει σε όλη την παρευρισκόμενη οικογένεια και τους καλεσμένους. Επάνω του είναι απαραιτήτως χαραγμένος ο Χριστουγεννιάτικος σταυρός, ενώ γύρω γύρω έχει διάφορα διακοσμητικά. Ο συμβολισμός του ταυτίζεται με τη Θεία Κοινωνία των χριστιανών.

Η βασιλόπιτα, είναι ένα ιδιαίτερο γλυκό που μοιάζει με κέικ, που κόβεται με ειδική τελετουργία το βράδυ της πρωτοχρονιάς, μετά την αλλαγή του χρόνου, ή/και το μεσημέρι της επομένης. Η πίτα αυτή είναι γλυκιά και στρογγυλή και κατά την παρασκευή της η νοικοκυρά έχει φροντίσει να κρύψει ένα νόμισμα, το λεγόμενο φλουρί, ώστε με το κόψιμο και το μοίρασμα των κομματιών, σε εκείνον που θα «πέσει το φλουρί», θα είναι και ο τυχερός της χρονιάς που μόλις ήρθε. Το κόψιμο της βασιλόπιτας, έχει επιβιώσει ως τις μέρες μας από την αρχαία Ελλάδα, όπου αντιστοίχως υπήρχε το μοίρασμα του εορταστικού άρτου, που λάμβανε χώρα στις μεγάλες αγροτικές γιορτές, όπως ήταν τα Θαλύσια και τα Θεσμοφόρια.

Τα φοινίκια ή αλλιώς μελομακάρονα, είναι μακράν το πλέον αγαπημένο ελληνικό χριστουγεννιάτικο γλυκό και ενημερωτικά για όσους δεν το έχουν γευτεί γιατί ζουν στο εξωτερικό, είναι απόλυτα υγιεινό γιατί είναι φτιαγμένο με ελαιόλαδο, σιμιγδάλι, μέλι, κανέλα, πορτοκάλι και καρύδια. Η καταγωγή του κρατά από τη Μικρά Ασία, από τα περίφημα φοινίκια που τα κεντούσαν στην επιφάνεια τους με ένα λεπτό τσιμπιδάκι. Τα τελευταία χρόνια, το βρίσκουμε σε διάφορες παραλλαγές, με πιο βασική, αυτή που περιλαμβάνει και επικάλυψη σοκολάτας υγείας ή γάλακτος.

Οι κουραμπιέδες, είναι το χιονάτο από άχνη ζάχαρη γλυκό των εορτών, φτιαγμένο με φρέσκο βούτυρο και αμύγδαλα. Η καταγωγή του είναι και αυτή μικρασιατική και το όνομα του προέρχεται από τη λέξη kurabyie, που σημαίνει τραγανό «διπλοψημένο» μπισκότο. Όπως και να’ χει, είναι το γλυκό που προσφέρουν πρώτο οι νοικοκυρές για να καλωσορίσουν στα σπίτια τους στους επισκέπτες και δύσκολα κάποιος μπορεί να αντισταθεί στον πειρασμό τους και να γευτεί μόνο έναν!

Τέλος, οι μελωμένες δίπλες, έρχονται να συμπληρώσουν το γλυκό σκηνικό των Χριστουγέννων. Η καταγωγή τους είναι από την Πελοπόννησο και πρόκειται για τραγανό γλυκό από λεπτή ζύμη που παρασκευάζεται σε όμορφα σχήματα, εμποτίζεται στο μέλι και πασπαλίζεται με τριμμένα καρύδια.

 

Η γαλοπούλα και το σφάξιμο του χοίρου.

Η γαλοπούλα, γεμισμένη με κάστανο, σταφίδες και κουκουνάρια είναι ένα από τα δημοφιλέστερα φαγητά που μπορεί κανείς να γευτεί σε ένα χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Στην πραγματικότητα βέβαια, το έθιμο είναι ξενόφερτο από διάφορες περιοχές της Ευρώπης, όπου συνήθιζαν να μαγειρεύουν φασιανούς, χήνες, γαλοπούλες και παγώνια για το γιορτινό τραπέζι.

Ελληνικότερο της γαλοπούλας, ως έθιμο αποτελεί το σφάξιμο του χοίρου ή αλλιώς «γουρουνοχαρά», που κρατά της ρίζες του από την αρχαία Ελλάδα, όπου οι διαδικασία αυτή είχε χαρακτήρα καθαρτήριας ή  εξιλαστήριας θυσίας προς τους Θεούς. Έτσι, στην Ελλάδα, προτού υιοθετηθεί το έθιμο της γαλοπούλας, είχαμε το σφάξιμο του χοίρου. Ο χοίρος αυτός εκτρεφόταν καθόλη τη διάρκεια του έτους στο σπίτι και τις ημέρες των εορτών, η κάθε οικογένεια συγκεντρωνόταν με τις συγγενικές της και έσφαζαν κάθε μέρα από έναν χοίρο, σε διαφορετικό σπίτι κάθε φορά. Η διαδικασία και το ψήσιμο απαιτούσε ειδική φροντίδα, ενώ επακολουθούσε ατέλειωτο γλέντι. Στις μέρες μας, το έθιμο αυτό διατηρείται ακόμη ζωντανό στην Ικαρία, αλλά και σε κάποιες περιοχές της Θεσσαλίας.

 

Το σπάσιμο του ροδιού και το «ποδαρικό».

Το σπάσιμο του ροδιού, είναι ένα έθιμο που γεννήθηκε στην Πελοπόννησο και διαδόθηκε σε ολόκληρη την Ελλάδα. Τα παλιά χρόνια, το τηρούσαν ευλαβικά, ιδιαίτερα στην ελληνική επαρχία, γιατί θεωρούσαν ότι έφερνε χρήματα και τύχη, στις μέρες μας, ωστόσο, δεν είναι και τόσο δημοφιλές. Σύμφωνα με το έθιμο, ο νοικοκύρης του σπιτιού, ανήμερα την πρωτοχρονιά και μετά τον εκκλησιασμό προτού εισέλθει στο σπίτι, θα πρέπει να βγάλει από την τσέπη του ένα ρόδι, το οποίο και θα σπάσει στο έδαφος εισερχόμενος στο σπίτι. Η είσοδος του νοικοκύρη στο σπίτι, θα πρέπει να γίνει με το δεξί πόδι, ενώ μόλις σπάσει το ρόδι, θα πρέπει να πει μεγαλόφωνα την ευχή «με υγεία, ευτυχία και χαρά το νέο έτος και όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη τη χρονιά!»

Το «ποδαρικό» από την άλλη, είναι ένα έθιμο που διατηρείται ακόμη και σήμερα και έχει συμβολική σημασία, αφού πιστεύεται ότι φέρνει τύχη, ευτυχία και οικονομική ευμάρεια στους νοικοκύρηδες του σπιτιού. Έτσι, ο πρώτος άνθρωπος που θα επισκεφτεί το σπίτι μόλις αλλάξει ο χρόνος και θα δώσει τις ευχές του, είναι αυτός που κάνει και το ποδαρικό. Με την είσοδο του επισκέπτη στο σπίτι, η νοικοκυρά οφείλει να του προσφέρει γλυκά και καφέ, αν θέλει να πιάσουν οι ευχές του και μάλιστα, το γλυκό που προσφέρεται, συνήθως, είναι γλυκό του κουταλιού κυδώνι. Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, ακόμη και σήμερα, οι νοικοκύρηδες ζητούν από τις προηγούμενες μέρες, από κάποιο μικρό παιδί (αγόρι- αν το σπίτι έχει πολλά κορίτσια -και το ανάποδο) να κάνει το ποδαρικό στο σπίτι, με το σκεπτικό ότι οι παιδικές ευχές είναι αθώες και χωρίς ζήλια ή δόλο.

 

Το κρέμασμα της κάλτσας.

Εδώ στην Ελλάδα, σε αντίθεση με τις περισσότερες άλλες χώρες, ο Άγιος Βασίλης, παραδοσιακά, δε μας επισκέπτεται την παραμονή των Χριστουγέννων, αλλά την παραμονή της Πρωτοχρονιάς! Έτσι, όλα τα παιδιά, αφού προηγουμένως στείλουν στον Άγιο το γράμμα με τις επιθυμίες τους, στη συνέχεια κρεμούν άδειες κάλτσες με το όνομα τους κοντά στο τζάκι, ώστε όταν ο Άγιος μπει από την καμινάδα, να τις γεμίσει με καραμέλες, σοκολάτες και λεφτά. Αν το σπίτι δε διαθέτει τζάκι, όπως παλιά, τότε η θέση της χριστουγεννιάτικης κάλτσας είναι πάνω στο στολισμένο έλατο, στη βάση του οποίου ο Αη Βασίλης θα αφήσει τη νύχτα της πρωτοχρονιάς τα υπόλοιπα δώρα.

 

Οι καλικάτζαροι.

Οι καλικάτζαροι είναι μια πολύ παλιά παράδοση στην Ελλάδα, και κάθε χρόνο τέτοιες μέρες, σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, αναβιώνουν πολύ ιδιαίτερα έθιμα, που σχετίζονται με αυτούς. Ατελείωτοι θρύλοι έχουν γραφθεί και ειπωθεί για καλικάτζαρους, κάποιοι εκ των οποίων αποτελούν ανάμνηση των παιδικών μας χρόνων, αφού τα παραμύθια των γιαγιάδων μας της μέρες των γιορτών, είχαν αναμφίβολα  πρωταγωνιστές τους τα περίεργα αυτά πλάσματα της γης.

Έτσι, σύμφωνα με την παράδοση, τα λιλιπούτια αυτά κακά ανθρωπάκια, με την κακομούτσουνη όψη, εμφανίζονται κάθε Χριστούγεννα και κυκλοφορούν ανενόχλητα τα βράδια κάνοντας πολλές ζημιές και κλέβοντας τα γλυκά, το κρασί και τα φρούτα από τα σπίτια. Ύστερα όταν τελειώσουν, αρχίζουν να  χορεύουν και να τραγουδούν ξέφρενα, κάνοντας τα μικρά παιδιά να φοβούνται να ξεμυτίσουν από τα σπίτια. Οι καλικάτζαροι, που ζουν όλο το χρόνο στα βάθη της γης, βρίσκουν την ευκαιρία να βγουν στην επιφάνεια της και να κάνουν τις σκανδαλιές τους, τις μέρες που μεσολαβούν από τη γέννηση μέχρι τη βάπτιση του Χριστού και τον καθαγιασμό των υδάτων, δηλαδή από τα Χριστούγεννα μέχρι της 6 Ιανουαρίου που είναι των «Φώτων», όπου και επιστρέφουν πίσω στη γη. Η παράδοση λέει, ότι οι καλικάτζαροι είναι μοχθηρά πλάσματα και θέλουν να βλάψουν με τον ερχομό τους, ωστόσο θεωρείται ότι είναι τόσο επιπόλαια και κουτά, ώστε να κάνουν απλώς μικροζημιές, χωρίς να προκαλούν μεγάλο κακό στο σπίτι.

Και τούτο το παραμύθι, σε κάθε περίπτωση, είναι ικανότατο να κρατήσει τα μικρά παιδιά στο κρεβάτι τους, ήσυχα τη νύχτα, καθόλη τη διάρκεια των εορτών, που -αν μη τι άλλο- έχουν και εκείνα άπλετο χρόνο για σκανδαλιές, μιας και δεν έχουν σχολείο και διαβάσματα!

 

«Ταΐζοντας τη βρύση»

Ένα όμορφο Ελληνικό έθιμο των παλαιότερων χρόνων, που λίγο αναβιώνει στις μέρες μας, παρά μόνο ίσως σε κάποια χωριά της κεντρικής Ελλάδας. Σύμφωνα με την παράδοση, οι κοπέλες το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, θα πρέπει να πάνε με ευλάβεια να γεμίζουν πήλινες στάμνες με νερό από κάποια πηγή. Προτού γεμίσουν τις στάμνες, θα πρέπει να αλείψουν τη βρύση με βούτυρο και μέλι, δηλαδή να «ταΐσουν τη βρύση». Το «τάισμα» αυτό γινόταν για να τρέχει η ευτυχία στο σπίτι τους σαν το νερό και να είναι η ζωή τους γλυκιά σαν το μέλι. Σε όλη τη διάρκεια του εθίμου, οι κοπέλες όφειλαν να παραμείνουν εντελώς σιωπηρές, εξ’ ου και η φράση «ήπιε το αμίλητο νερό» που εξακολουθούμε να χρησιμοποιούμε μέχρι και σήμερα.

 

Μυρωδάτες Κολόνιες.

Ένα ευωδιαστό έθιμο που κατάγεται από τα Επτάνησα, αλλά αγαπήθηκε και υιοθετήθηκε και σε πολλές περιοχές στην υπόλοιπη Ελλάδα. Σύμφωνα με την παράδοση, λοιπόν, την παραμονή της πρωτοχρονιάς, όλα τα νιάτα κατεβαίνουν στους δρόμους με τις κολόνιες στο χέρι, και ραντίζει ο ένας τον άλλον, λέγοντας τη φράση «καλή αποκοπή» που σημαίνει «να αποχωριστείς όμορφα τον παλιό χρόνο και να δεχτείς τον καινούργιο».

 

Επίλογος.

Αμέτρητα τα όμορφα έθιμα και οι παραδόσεις στην Ελλάδα μας την περίοδο των εορτών, αλλά και οι ιδιαίτερες και μοναδικές παραλλαγές τους σε διάφορες περιοχές της χώρας. Με τούτο το άρθρο, μπορεί κανείς να πάρει μια καλή γεύση, γιατί στην πραγματικότητα, θα χρειαζόταν να γραφτούν βιβλία ολόκληρα για να τα συμπεριλάβει όλα! Ευελπιστώντας ότι σας «ταξίδεψα» λιγάκι και μπήκατε – έστω και λίγο- στο χριστουγεννιάτικο κλίμα, παρά τις έξωθεν δύσκολες οικονομικοπολιτικές συνθήκες που όλοι βιώνουμε, θα κλείσω αυτό το άρθρο με τις ευχές όλων των beauty guards και με το παράρτημα με τα λόγια από τα κάλαντα που υποσχέθηκα!

 

«Καλά Χριστούγεννα και καλή Πρωτοχρονιά σε όλους! Ας είναι φέτος οι γιορτές μας ουσιαστικές και αληθινές, γεμάτες αγάπη, αλληλεγγύη και ανθρωπιά στις καρδιές μας!»

 

Δημήτριος Βαλελής.

 

Παράρτημα:

Τα κάλαντα των Χριστουγέννων.

Καλήν εσπέραν άρχοντες αν είναι ο ορισμός σας

Χριστού τη θεία γέννηση, να πω στ’ αρχοντικό σας.

«Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλη

Οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρε η φύσις όλη.

Εν τω σπηλαίω τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων

Κι ο Βασιλεύς των Ουρανών κι ο Ποιητής των όλων.

Πλήθος αγγέλων ψάλλουσι το «Δόξα εν Υψίστοις»

Και τούτο άξιον εστί η των ποιμένων πίστις.

Εκ της Περσίας έρχονται τρεις μάγοι με τα δώρα

Άστρον λαμπρόν τους οδηγεί χωρίς να λείψει ώρα.

Φθάσαντες εις Ιερουσαλήμ με πόθον ερωτώσι

Που εγεννήθη ο Χριστός να πα’ να τον ευρώσι.

Δια Χριστόν ως ήκουσε ο βασιλεύς Ηρώδης

Αμέσως εταράχθηκε κι έγινε θηριώδης,

Ότι πολύ φοβήθηκε δια την βασιλείαν

Μη του την πάρει ο Χριστός και χάσει την αξίαν.

Κράζει τους μάγους και ρωτά που ο Χριστός γεννάται

Της Βηθλεέμ ηκούσθηκε, ως η γραφή διηγάται.»

Σε αυτό το σπίτι που’ ρθαμε, πέτρα να μη ραγίσει

Κι ο νοικοκύρης του σπιτιού, χίλια χρόνια να ζήσει

 

Τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς.

Αρχιμηνιά και αρχιχρονιά

Ψηλή μου δεντρολιβανιά

Κι αρχή καλός μας χρόνος

Εκκλησιά με τα’ άγιο θρόνο.

 

Αρχή που βγήκε ο Χριστός

Άγιος και πνευματικός

Στη γη να περπατήσει

Και να μας καλοκαρδίσει

 

Άγιος Βασίλης έρχεται

Και δεν μας καταδέχεται

Από την Καισαρεία

Συ’ σαι αρχόντισσα κυρία.

 

Βαστά εικόνα και χαρτί

Ζαχαροκάντιο ζυμωτή

Χαρτί και καλαμάρι

Δες και με το παλικάρι.

 

Το καλαμάρι έγραφε

Τη μοίρα του την έλεγε

Και το χαρτί ομίλει

Άγιε μου, Άγιε Βασίλη!

 

Κάτσε να φας, κάτσε να πιεις

Κάτσε τον πόνο σου να πεις

Κάτσε, κάτσε να τραγουδήσεις

Και να μας- και να μας καλοκαρδίσεις!

 

Τα κάλαντα των Φώτων.

Σήμερα τοα φώτα κι ο φωτισμός

Η χαρά μεγάλη κι ο αγιασμός

Κάτω στον Ιορδάνη τον πόταμο

Κάθετ’ η κυρά μας η Παναγιά

Σπάργανα βαστάει, κερί κρατεί

Και τον Αη Γιάννη παρακαλεί:

-Άγιε μου Αη Γιάννη και βαπτιστή

Δύνασαι βαπτίσεις Θεού παιδί;

-Δύναμαι και θέλω και προσκυνώ

Και τον Κύριο μου παρακαλώ

Να ανέβω πάνω στον Ουρανό

Να μαζέψω ρόδα και λίβανο.

-Άγιε μου Αη Γιάννη και Βαπτιστή

Έλα να βαπτίσεις Θεού παιδί

Ν’ αγιαστούν οι κάμποι και τα νερά

Ν’ αγιαστεί κι ο αφέντης με την κυρά.

 

Σφάξαμε τον πετεινό, είδαμε τα φώτα

Δώστε μας το μπαξίσι μας, να πάμε σ’ άλλη πόρτα!

0 Comments

Leave a reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

*

©2015

contact us

We're not around right now. But you can send us an email and we'll get back to you, asap.

Sending

Log in with your credentials

Forgot your details?