Παίρνοντας νοερά τη σκυτάλη από το άρθρο των Χριστουγέννων του παρελθόντος του Δημήτρη, το πρώτο που πρέπει να ειπωθεί είναι ότι, όπως σε όλες τις πτυχές της ζωής μας, έτσι και στα Χριστούγεννα η οικονομική κρίση έχει αφήσει ανεξίτηλη τη σφραγίδα της. Και δεν θα μπορούσε να συμβεί αλλιώς, καθώς οι «γιορτές», όπως έχουμε συνηθίσει να τις λέμε (θεωρώντας τες, στην ουσία, τις σπουδαιότερες του έτους), αποτελούν σημαντικό μέρος της κουλτούρας μας, με μείζον ψυχικό και οικονομικό «αποτύπωμα».

Η σημαντικότερη αιτία της διαφοροποίησης των γιορτών στην κρίση έγκειται στο ότι μια μεγάλη μερίδα πληθυσμού (εργαζόμενοι στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και συνταξιούχοι) πλέον δεν λαμβάνει δώρο Χριστουγέννων, το λεγόμενο και δέκατο τρίτο μισθό. Οσοδήποτε χαιρέκακα και αν το βλέπει ο άνθρωπος της αγοράς (επαγγελματίας ή υπάλληλος), στο πλαίσιο της ανθρωποφαγίας που βολικά καλλιεργήθηκε με τον ελιτίστικο όρο «κοινωνικός αυτοματισμός», δεν μπορεί να παραγνωρίσει το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι το δώρο των Χριστουγέννων «έπεφτε» σε μεγάλο μέρος στην αγορά. Ρούχα, παπούτσια, παιχνίδια, τρόφιμα, γλυκά, αξεσουάρ, αγοράζονταν μετά τις 16 Δεκεμβρίου, οπότε και οι λογαριασμοί πιστώνονταν με έναν ολόκληρο επιπλέον μισθό. Χώρια που μαζί εξυπηρετούνταν και άλλες υποχρεώσεις (τέλη κυκλοφορίας, προηγούμενες οφειλές κλπ.). Και φυσικά, το δώρο αιμοδοτούσε το χαρτζιλίκι του παππού, της γιαγιάς, του νονού, της νονάς, τα κάλαντα κλπ και κάπως έτσι το χρήμα κινούνταν και ήταν όλοι ευχαριστημένοι.

Το μνημονιακό παραπέτασμα, όμως, εξαέρωσε κυριολεκτικά όλες αυτές τις χαρουμενιές. Ο Δεκέμβριος έγινε από καλύτερος ο χειρότερος μήνας του έτους για το πορτοφόλι του νοικοκυριού, καθώς τώρα χωρίς δώρο οι Έλληνες είναι υποχρεωμένοι να ανταποκριθούν στις κοινωνικές και οικογενειακές υποχρεώσεις των γιορτών, με έξτρα μπόνους τα τέλη κυκλοφορίας (το λιγότερο). Κάπως έτσι και όσο αργά απαιτείται για να αφομοιωθούν οι αντικειμενικές αλλαγές των δεδομένων της ζωής μας, σταδιακά τα ήθη άλλαξαν και μαζί ο τρόπος που περνάμε τις γιορτές.

Ξεκινώντας από το γιορτινό τραπέζι, υπολογίζεται ότι επήλθε μια συρρίκνωση του προϋπολογισμού του. Τα τριπλά κρέατα σε ποσότητες εξοντωτικές κοπαδιών ανά οικογένεια έδωσαν τη θέση τους σε καλά υπολογισμένες ποσότητες ελεγχόμενης ποικιλίας εδεσμάτων. Τα πολλά τυριά έγιναν ένα. Οι σαλάτες της απέραντης βοσκής (που πάντα έμεναν) έγιναν μία στη μέση. Τα κασόνια τα αναψυκτικά και οι μπύρες έγιναν λίγο κρασάκι (γιατί ανακαλύψαμε ότι τα αναψυκτικά δεν κάνουν και πολύ καλό). Και βέβαια, δεν περισσεύει φαγητό για τρεις πλήρεις ημέρες.

Στη ζαχαροπλαστική, οι οροσειρές των σπιτικών γλυκών, που απαιτούσαν project management για να διεκπεραιωθούν έγκαιρα σε ποσότητες για την ευρύτερη οικογένεια μέχρι όγδοης ξαδελφοκουνιάδας και μετά τα Θεοφάνεια κατέληγαν πετροβοληδόν στον κάλαθο με το καρυδάκι του μελομακάρονου ικανό να σπάσει πλέον γομφίο, αντικαταστάθηκαν από «από ένα κιλό» κουραμπιέδες και μελομακάρονα από το κοντινότερο αρτοζαχαροπλαστείο της γειτονιάς (από αυτά που φύτρωσαν σαν μανιτάρια στην κρίση, θες γιατί το ψωμί είναι πρωτόλεια ανάγκη θες γιατί η σπανακόπιτα κάνει και στοργή), έτσι για το καλό.

Η βαριά βιομηχανία του παιδικού δώρου αντικαταστάθηκε από την κινέζικη επέλαση της γκάμας δώρων μιας χρήσης γνωστής αλυσίδας, που με 5 ευρώ έβγαλαν τη νονά από τη δύσκολη θέση να πρέπει να χαρτζιλικώσει τα ατελείωτα βαφτιστήρια που προ κρίσης μετά χαράς βάφτιζε, ακκιζόμενη περί την κοινωνική της αξιοσύνη.

Τα κάλαντα, σουρεαλιστικό κατάλοιπο της εποχής, όπου τα παιδιά ξυπνούσαν αξημέρωτα, για να τα πούνε πρώτα και να πάρουν το καλύτερο αβγό ή γλυκό ή καρύδια, έδωσαν τη θέση τους στην εικόνα βαριεστημένων εφήβων 1,90 ύψος, που με φωνή παραμορφωμένη από το πάρτυ ορμονών της εφηβείας χτυπούν κουδούνια αγνώστων σε πολυκατοικίες «για γερή μπάζα» και υπηρεσίες βαριεστημένων υπαλλήλων που δεν πήραν εορταστική άδεια, μέχρι αργά το μεσημέρι, προσδοκώντας να βγάλουν το καινούργιο τους smartphone με το τρίγωνο της ίδιας αλυσίδας παιχνιδιών, που αναφέραμε παραπάνω. Εξίσου ανερυθρίαστα, ομάδες γνωστών απόκληρων της κοινωνίας μας εισβάλλουν σε τράπεζες και μαγαζιά με θορυβώδη ακορντεόν κουστουριτσικών ντεσιμπέλ και κλαρίνα καλοκαιρινής μωραΐτικης εμπροζωοπανηγύρεως με γουρνοπούλα και γκιόσα, για να ψάλουν για το Χριστούλη με κατανυκτική διάθεση και άγρυπνο μάτι στην άδεια ταμειακή. Αλήθεια, με τόση διακίνηση χρήματος μέσω καρτών, λόγω capital control, μην εκπλαγείτε αν δείτε να λένε κάλαντα με μηχανηματάκι χρεωστικής.

Περνώντας στις μαζώξεις, οι γιορτές του Χρήστου, της Χριστίνας, του Μανώλη, της Βασιλικής, του Βασίλη, του Στέφανου, της Φωφώς, του Φάνη, του Γιάννη, της Ιωάννας και όσων άλλων τυχαίνει να γιορτάζουν μέσα στο δεκαπενθήμερο που χορεύουν οι καλικάντζαροι, από εποποιία θερμίδων και μικροαστισμού (το Γιαννάκη μας τον ζητάνε από τη NASA, ακόμα δεν παντρεύτηκες κ.ά.) έγινε όπου-φύγει-φύγει-δήθεν-υπεράνω-στάση τύπου «δεν γιορτάζουμε φέτος» (και δραπετεύουμε στο εξοχικό ή και σε καφετέρια), για να αποφύγουμε επισκέψεις και το κόστος ποτών, ξηρών καρπών και λοιπών εδώδιμων και αποικιακών, που περιέργως δεν πήραν την κατιούσα των εισοδημάτων μας και οι τιμές τους στέκονται στο ύψος τους. Άσε που συχνά δεν υπάρχουν και χρήματα για πετρέλαιο, γιατί κάποιοι στην πολυκατοικία καίνε καλοριφέρ χωρίς να πληρώνουν και το αποθεματικό της διαχείρισης έκανε φτερά. Πού να τη φέρεις τη θεία Ντόντα, είναι και κρυουλιάρα και δεν θέλεις και σχόλια μετά στον εσπερινό.

Οι συζητήσεις πλέον δεν αφορούν την πιπεράτη ζωή των πρωθυπουργών μας με νεότερες αεροσυνοδούς, ούτε το πότε πέφτουν τα μπετά στην οικοδομή του νέου εξοχικού. Από το «δουλεύεις;» και «πόσα βγάζεις;» περάσαμε όψιμα στο «πληρώνεσαι;». Το ότι συμφωνούμε στο «όλοι ίδιοι είναι» δεν σημαίνει ότι δεν ρίξαμε κάτι στην κάλπη με καρδιά πιο βαριά κι από ελέφαντα «για να μην έλθουν πάλι οι άλλοι». Άνδρες που συντηρούνται από τις γυναίκες «κουβαλήτριες», που πριν χρόνια δεν θα διανοούνταν καν να βγάζουν λιγότερα από εκείνες, στίβες επιστολών τραπεζών για ληξιπρόθεσμες οφειλές, νέα τάμπλετ για τη μαμά σε βάρος απλήρωτου ΕΝΦΙΑ, μια κουλτούρα αθέτησης υποχρεώσεων γενικευμένη και καλοβολεμένη στη νομιμοποιητική βάση του «όλοι μας πουλήσανε», πάει παραπέρα και τις γιορτές με κρασί μπογιά από το σωρό του σούπερ μάρκετ και κατεψυγμένο κρέας με φασόν σαλάτα σακουλακίου.

Μπουζούκια; Ποια μπουζούκια; Το δεν-το-συζητώ-νταμπλ-ντοτ του ρεβεγιόν στην κάθε τριτοδεύτερη ανθυποσελέμπριτυ έγινε κουπόνι για ρεμπετάδικο και ο πέμπτος στη ζούλα. Τα πενθήμερα στην Αράχωβα για σκι έγιναν αυθημερόν εκδρομούλα στην Πάρνηθα «για να παίξουν τα παιδιά» με διαχρονικά κεφτεδάκια (άντε και κανένα κράκερ ολικής στο τσακίρ κέφι) στο τάπερ. Και βέβαια το αυτάρεσκο «πού θα πάτε; εμείς…» έγινε «πού να τρέχεις τώρα, έχομε ανάγκη από ξεκούραση».

Τέλος, δεν γίνεται να παραλείψουμε τα social media. Εκεί που η οικογένεια βίωνε τις γιορτές στο σαλόνι της ή στο γιορτινό τραπέζι, επικοινωνώντας οσοδήποτε σουρεαλιστικά πλην live, τώρα ειδικά οι μικρότεροι «ζουν» τις γιορτές μέσα από τις αναρτήσεις, τα σχόλια, τις selfies με γαλοπούλες και διακοσμητικά ξωτικά, τις φωτογραφίες, το inbox, τα σουφρωμένα χείλη duckface, αναπαράγοντας στις γιορτές το σχεδόν αυτιστικό μοντέλο επικοινωνίας –λέμε τώρα- του υπολοίπου του έτους. Η nomophobia των 10s στρογγυλοκάθεται απρόσκλητη μα αναπόφευκτη στο γιορτινό τραπέζι και δεν μπορούμε να μην πούμε ότι ακόμα και αν θεωρητικά καθόμαστε σε αυτό με όλους τους διαδικτυακούς μας «φίλους» πάλι μέσα στο δίκτυο θα ήμαστε, για κάποιον άλλο, πάντα αναγκαίο, λόγο. Γιατί η εξάρτηση είναι και αυτή αυτιστική, υπάρχει πρώτα για τον εαυτό της και μετά για τους παρεμπιπτόντως ενεχόμενους.

Όλα αυτά θα ήταν απολύτως και μόνο καταθλιπτικά, αν παραμέναμε εγκλωβισμένοι στη θέαση των εορτών ως μιας ακραία καταναλωτικής φρενίτιδας ξεσπάσματος του καταπιεσμένου από την κρίση μας εγωισμού στις μικρές ηρωίδες των μαγαζιών –τις απεριορίστου υπομονής απανταχού πωλήτριες. Θα ήταν απόλυτα δικαιολογημένη η δυτικοευρωπαϊκή κατάθλιψη των εορτών, εφόσον είχαμε την πολυτέλεια να βλέπουμε τις γιορτές σαν αφορμή να λύσουμε τα υπαρξιακά μας κάτω από το έλατο των 300 ευρώ με στολίδια ικανά να στολίσουν και το δέντρο της Πλατείας Συντάγματος.

Ωστόσο, σε έναν κόσμο που αλλάζει γρήγορα και μας φέρνει αντιμέτωπους με νέα δεδομένα στο περιβάλλον μας (προσφυγικό κ.ά.), οι γιορτές αυτές αποτελούν μια χρυσή ευκαιρία αναθεώρησης της οπτικής μας και αυτό δεν είναι κλισέ. Όχι βέβαια στην κατεύθυνση χρυσώματος του χαπιού μιας μιζέριας που πρέπει να εκλογικευτεί, για να πάμε παραπέρα. Αλλά μιας επιστροφής στην ουσία των γιορτών. Γιατί τι άλλο από αγάπη είναι τα Χριστούγεννα; Εκφράστε τη, λοιπόν, με κάθε τρόπο. Χαρίστε τα ρούχα που δεν φοράτε σε αυτούς που τα έχουν πραγματικά ανάγκη. Βρεθείτε με τους οικείους σας και απολαύστε την παρέα τους και όχι μισό κιλό ροκφόρ. Μιλήστε για τα συναισθήματά σας αληθινά και όχι μέσα από τους παραμορφωτικούς φακούς μιας επιβεβλημένης μικροαστικής ματαιοδοξίας. Απολαύστε το καλομαγειρεμένο φαγητό και όχι την εικόνα μιας υπερβολής σε ποσότητες και ποικιλίες εδεσμάτων, που μετά την εικοστή μπουκιά μοιραία κανείς δεν μπορεί να απολαύσει.

Μόνον έτσι θα γίνει το βήμα μιας ωρίμανσης που δεν είναι ποτέ αργά να γίνει. Για να μπορούμε να λέμε σε δέκα χρόνια «ζοριστήκαμε, αλλά γίναμε κάπως άνθρωποι». Καλές γιορτές σε όλους!

current_Panos

0 Comments

Leave a reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*

©2015

contact us

We're not around right now. But you can send us an email and we'll get back to you, asap.

Sending

Log in with your credentials

Forgot your details?