Οι καταλήψεις δημοσίων κτηρίων (εργασιακοί χώροι, εκπαιδευτικές μονάδες, εγκαταλελειμμένα κτήρια) αποτελούν μορφή κοινωνικού αγώνα, που αποσκοπεί στην άσκηση πίεσης προς το Κράτος ή έναν εργοδότη για επίτευξη φιλεργατικού ή φιλολαϊκού στόχου. Έτσι τουλάχιστον προκύπτει από την ιστορία, την πολιτική επιστήμη, την κοινωνιολογία και τα λεξικά.
Στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, η κεκτημένη ταχύτητα του αγώνα του Πολυτεχνείου (Νοέμβριος 1973), ώθησε στην εμπέδωση μιας κουλτούρας σχεδόν ετήσιων καταλήψεων «από παράδοση», τουλάχιστον στα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (γυμνάσια – λύκεια).
Αποκορύφωμα αφορμής για εν λόγω εκδηλώσεις επαναστατικής γυμναστικής ήταν οι μεταρρυθμιστικές απόπειρες της πρώτης κυβέρνησης Μητσοτάκη (1990-91), επί υπουργίας Παιδείας Βασίλη Κοντογιαννόπουλου. Πρωταγωνιστής των καταλήψεων αναδείχθηκε ο πρόεδρος του 15μελούς μαθητικού συμβουλίου του Πολυκλαδικού Λυκείου Αμπελοκήπων. Ποιος ήταν αυτός; Μα ο σημερινός πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, που ίσως θα θυμάστε ότι είχε δώσει και σχετική συνέντευξη στην Άννα Παναγιωταρέα στο Mega Channel (το πόσο τυχαίο ήταν αυτό αφήνεται στην κρίση του αναγνώστη).
Μολονότι η κατάληψη ενός κτηρίου (συνήθως “Villa”, σαν τη “Villa Βαρβάρα”) από αναρχική ομάδα μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένας συνεπής ιδεολογικός αγώνας με ενίοτε εφευρετικά συνθήματα, στη συλλογική μνήμη έχουν καταγραφεί περισσότερο οι καταλήψεις Λυκείων για εθιμικούς λόγους, εποχικές (κάθε Οκτώβριο, σαν τα ρόδια) και εξίσου εφευρετικές σε αιτήματα.
Σταχυολογώντας ορισμένα αιτήματα, ας θυμηθούμε μαζί τα εξής:
- Καθαρότερες τουαλέτες.
- Περισσότερες εκδρομές.
- Τυρόπιτα με φέτα (και όχι με σιμιγδάλι ή λευκό τυρί) στο κυλικείο.
- Προβιβασμός των μετεξεταστέων.
- Μεγαλύτερα διαλείμματα.
- Πενταήμερη στην Ιταλία.
- Μπάλες softball για τη γυμναστική.
- Συμπαράσταση στο διπλανό σχολείο.
Στο χώρο των πανεπιστημίων, οι καταλήψεις είχαν περισσότερη ιδεολογική φόρτιση (μοιραία αριστερή) και εστιάζονταν στις ετήσιες μεταρρυθμίσεις του εκάστοτε Υπουργού (με αποκορύφωση την περίοδο 2004-07, κατά την οποία το κίνημα των καταλήψεων έδωσε έμφαση στην αντίδραση στην αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος για τη «δωρεάν» παιδεία). Οι αλλαγές εκείνης της περιόδου, όπως περιλήφθηκαν στο σχετικό νόμο της Μαριέττας Γιαννάκου – Κουτσίκου, έδωσαν, μεταξύ άλλων, τη χαριστική βολή στο Πανεπιστημιακό Άσυλο, όπως είχε καθιερωθεί μεταπολιτευτικά.
Τι ήταν Άσυλο; Άσυλο ήταν η προστασία της λειτουργίας και έρευνας του Πανεπιστημίου από την παρέμβαση των κατασταλτικών μηχανισμών του Κράτους (Αστυνομία, Στρατός). Η συλλογιστική πίσω από την καθιέρωσή του ήταν η αποφυγή επανάληψης μελλοντικά της αδιάκριτης παρέμβασης της δικτατορίας των συνταγματαρχών (1967-74) στα Πανεπιστήμια, που κορυφώθηκε με το διορισμό δήθεν ηγεσίας των φοιτητών συλλόγων, παράλληλα με την αναγκαία για τη διατήρηση του καθεστώτος λογοκρισία.
Οι χώροι του ΠΑΣΟΚ και της Αριστεράς υπερασπίστηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης τη διατήρηση του Πανεπιστημιακού Ασύλου. Η καθ’ ημάς αστική Δεξιά (ΝΔ) ευσεβώς ποθούσε την κατάργησή του, καθώς οι κυβερνήσεις της (1974-81, 1990-93, 2004-09) υπέστησαν μακράν τις περισσότερες καταλήψεις (παρά το «κάτσε καλά, Γεράσιμε» του Αρσένη το 1998-2000). Οι πολιτικές προϋποθέσεις για αυτό δεν ευδοκίμησαν, παρά το 2004, οπότε και ο Κώστας Καραμανλής κατήγαγε τη μόνη άνετη νίκη της ΝΔ στη μεταπολίτευση και εξαιτίας της συναισθάνθηκε ότι είχε το περιθώριο να πάρει την ιστορική ρεβάνς από τις δυνάμεις της «τυφλής βίας και αναρχίας» στα Πανεπιστήμια. Ο μέσος «νοικοκυραίος» όχι μόνο δεν εμπιστεύεται τις καταλήψεις, αλλά σχεδόν καμία μορφή κοινωνικού αγώνα. Συντηρητικός από τη φύση του και εθισμένος ντιενεϊκά στη διαμεσολάβηση ως μοναδικό αποδεκτό τρόπο λειτουργίας του πολιτεύματος της αστικής δημοκρατίας, αποστρέφεται την πρωτοβουλία και το νεολαιίστικο αυθορμητισμό, είτε πρόκειται για την εναντίωση στην κατάργηση της δωρεάν παιδείας είτε για το παρεξηγημένο αίτημα για τυρόπιτα με φέτα (που ίσως συνέβαλλε στην προστασία της εγχώριας παραγωγής από τις δυσμενείς επιπτώσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της ΕΕ). Εκεί που οι άλλοι βλέπουν αγώνα αυτός βλέπει «αναρχία» (τα κόκαλα Κροπότκιν και Μπακούνιν μπορούν να τρίζουν άνετα).
Ωστόσο, ο σταδιακά αποκτηθείς εθιμικός χαρακτήρας των καταλήψεων, καθώς και η αδυναμία αποκρυστάλλωσης σαφών αιτημάτων, πέρα από τα κλασικά (δωρεάν παιδεία, όχι στην κατάργηση του ασύλου, δωρεάν συγγράμματα κ.ά.), ώθησαν το «μεσαίο χώρο» της κοινωνίας, την κρίσιμη μάζα που δια της ανοχής της νομιμοποιεί τις εκάστοτε ακολουθούμενες πολιτικές, περισσότερο προς την παραπάνω συντηρητική άποψη. Αυτή η ιδεολογική μετατόπιση αντανακλάται και στα αποτελέσματα των φοιτητικών εκλογών: την τελευταία 30ετία η συμμετοχή είναι μικρότερη του 50%, η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ (παράταξη της ΝΔ) αναδεικνύεται μακράν πρώτη κάθε χρόνο και η μόνη σχετικά ενδιαφέρουσα εξέλιξη τελευταία ήταν η άνοδος της ΠΚΣ (παράταξη του ΚΚΕ) στη 2η θέση, ως συνέπεια αδυναμίας της παράταξης του ΣΥΡΙΖΑ (ΔΑΡΑΣ) να καρπωθεί τη φθορά της ΠΑΣΠ (του ΠΑΣΟΚ). Επιπλέον, διαλυτικά στο φοιτητικό κίνημα λειτούργησε και η απαξίωση του συγκοινωνούντος δοχείου του ευρύτερου συνδικαλιστικού κινήματος, που ως φαινόμενο θα αναλυθεί σε επόμενο σημείωμα.
Έπαψαν να υφίστανται οι λόγοι για κοινωνικούς αγώνες; Κάθε άλλο, καταπώς φαίνεται γύρω μας. Πώς μπορεί ένας αγώνας να κερδίσει την κοινωνία, ώστε να επιτύχει όχι μόνο τη νομιμοποίησή του στις συνειδήσεις, αλλά και τους σκοπούς του; Με σοβαρότητα, συνέπεια και καθαρή στόχευση. Ακόμα και το αίτημα για πενταήμερη στο εξωτερικό μπορεί να τεκμηριωθεί με αξιοπρέπεια, ενταγμένο π.χ. σε ένα πρόγραμμα επίσκεψης σε πολιτιστικό αξιοθέατο, με εκπόνηση σχετικής εργασίας / έρευνας. Στο επίπεδο των Πανεπιστημίων, η επαναφορά του ασύλου στο αρχικό του σκεπτικό προϋποθέτει επαγρύπνηση και περιφρούρηση των αγώνων από τους φοιτητές στο επίπεδο τόσο της φυσικής ασφάλειας των χώρων των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων όσο και στη συνοχή του πλαισίου αιτημάτων. Διαφορετικά, τα σπασμένα έδρανα θα κυριαρχούν επικοινωνιακά του αιτήματος για δωρεάν συγγράμματα, ακόμα και με κυβέρνηση «Αριστεράς».
Ειδικότερα, η διαχείριση από την παρούσα κυβέρνηση της πρόσφατης κατάληψης Σχολών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) υποδηλώνει αν μη τι άλλο μια αμφισημία ανάμεσα στο μείζον ιδεολογικό της πρόσημο και την ανάγκη τήρησης του υφιστάμενου νομικού πλαισίου. Εντονότερα αναδεικνύεται η εν λόγω αμφιταλάντευση από τα φαινόμενα κατάληψης των γραφείων του ΣΥΡΙΖΑ ή και του περιστυλίου της Βουλής από ομάδες αναρχικών. Η εφικτή και αξιοπρεπής διέξοδος για μια εξουσία που θέλει να λέγεται συνεπής με τις αρχές της δεν είναι άλλη από τον επαναπροσδιορισμό του νομικού πλαισίου και την απαρέγκλιτη εφαρμογή του. Όπως έλεγε και ο Κώστας Λαλιώτης, «η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα».
current _Panos